Στολίζω δέντρο με τα χιόνια του Χριστού τραπέζι στρώνω με τα δώρα του χειμώνα εσύ το φως ενός ορίζοντα κλειστού που το φορώ του ταξιδιού μου αρραβώνα.
Ανάβω φώτα και λαμπιόνια ζωηρά και μες στη φλόγα της γιορτής κεράκι λιώνω φωτογραφίζω αναμνήσεις στη σειρά να σε θυμάμαι όσο λείπω ένα χρόνο
Παραμονή Πρωτοχρονιάς θα σε φιλήσω και μια ευχή πάνω στα χείλη σου θ' αφήσω καθώς αργά θα ξετυλίγεις τον καιρό σου σαν παραμύθι να με βλέπεις στ' όνειρό σου...
Ζυμώνω δώδεκα Χριστόψωμα ζεστά με της αγάπης τη μαγιά και άσπρο αλεύρι να τα μοιράσεις σε παιδάκια γελαστά να' χουν να λένε για τη δόξα του Δεκέμβρη
Παραμονή Πρωτοχρονιάς θα σε φιλήσω και μια ευχή πάνω στα χείλη σου θ' αφήσω καθώς αργά θα ξετυλίγεις τον καιρό σου σαν παραμύθι να με βλέπεις στ' όνειρό σου...
Αχ θάλασσά μου σκοτεινή, θάλασσα αγριεμένη πού θα με βγάλεις το πρωί σε ποια στεριά μου ξένη πού θα με βγάλεις το πρωί σε πιά στεριά μου ξένη αχ θάλασσά μου σκοτεινή,θάλασσα αγριεμένη
Τα είχα όλα μια φορά μα ήθελα παραπάνω τι να τα κάνω τώρα πια απόψε που σε χάνω
Μέσα στα μαύρα σου νερά κομμάτια η ζωή μου αχ θαλασσά μου εσύ βαθιά που κρύβεις το νησί μου αχ θαλασσά μου εσύ βαθιά που κρύβεις το νησί μου μέσα στα μαύρα σου νερά κομμάτια η ζωή μου
Mε τον απόντα συνομιλώ διαρκώς για την απουσία του, κατάσταση μάλλον παράξενη.
Ο άλλος είναι απών και συγχρόνως παρών.
Από αυτή τη μοναδική διαστρέβλωση, γεννιέται ένα είδος αβάσταχτης παρουσίας.
Βρίσκομαι παγιδευμένος ανάμεσα σε δυο χρόνους, το διάστημα πού λείπεις, πράγμα για το οποίο υποφέρω και εκείνο πού είσαι εδώ, αφού απευθύνομαι σε σένα.
Ξέρω λοιπόν τι είναι ο ενεστώτας.
Ένας δύσκολος χρόνος.
Ένα κομμάτι καθαρής αγωνίας.
Ρολάν Μπαρτ, 1977
"Δεν είμαι άνθρωπος που σκέφτεται πως δεν πρέπει να πονούμε ποτέ.. Περιφρονώ αυτήν την ποταπή σοφία κι αν μπορώ να επιλέξω, προτιμώ να υπομείνω μέχρι τέλους τον πόνο. Είναι καλό να υποφέρουμε και μες στα δάκρυα υπάρχει δύναμη, αλλά δεν είναι καλό να υποφέρουμε σαν άνθρωποι δίχως ελπίδα."
"Όχι, είναι αδύνατο, αδύνατο να μεταδώσουμε στους άλλους την αίσθηση μιας οποιασδήποτε στιγμής της ζωής μας, αυτό που αποτελεί την αλήθεια της, το νόημά της, τη λεπτή και διαπεραστική της ουσία. Είναι αδύνατο. Ζούμε όπως ονειρευόμαστε: απολύτως μόνοι". Κόνραντ, 1960
"Πρέπει να αγαπούμε κάποιον για να διακινδυνεύσουμε να υποφέρουμε γι' αυτόν. Πρέπει να σ' αγαπώ πολύ για να μπορώ να πάσχω για σένα." Γιουρσενάρ, 1957
Φοβήθηκα τη μνήμη Και την σκότωσα Όμως εκείνη έζησε Τραυματισμένη Δύσμορφη Τυρρανική Και μου θυμίζει επίμονα Κάθε φορά που γράφω Πως είμ' εγώ Κι όχι ένας άλλος Μάνος Χατζιδάκις
Δεν είμαστε πια ποιητές παρά μονάχα σύντροφοι με μεγάλες πληγές και πιο μεγάλα όνειρα. {…} Μας φτάνει να μιλήσουμε απλά όπως πεινάει κανείς απλά όπως αγαπάει όπως πεθαίνουμε απλά.
Αν δεθείτε ο ένας με τον άλλον, ακόμα κι αν το κάνετε από αγάπη, όχι μόνο θα σέρνεστε στη ζωή σας, αλλά επιπλέον, αργά ή γρήγορα, θα αρχίσετε να πληγώνετε ο ένας τον άλλον. Αν θέλετε η αγάπη σας να κρατήσει για πάντα, να πετάτε μαζί, αλλά ποτέ δεμένοι. ~ Χόρχε Μπουκάι "Ο δρόμος της συνάντησης".
Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014
πνίγονται οι υποσχέσεις σαν χρώματα φθινοπωρινής νηνεμίας δεν έμεινε ψυχή να σώσει τ' όνειρο
Η Πραγματικότητα είναι δηλητηριώδης και χρειαζόμαστε αυξημένη δόση αυτογνωσίας για να μη γίνει η αγάπη όπλο σε λάθος χέρια αλλά ασπίδα ψυχής για να αντέξουμε τα χτυπήματα με μεγαλύτερο το θάνατο του ονείρου μέσα μας.
Άγονη πλήξη μιας ζωής, δίχως έρωτα της ερημιάς μου τέρας, της πόλης μου θηρίο μη με φοβάσαι αλλοπαρμένη έκφραση οι τοίχοι σου θυμίζουν τον πρώτο σου έρωτα οι πιο πολλοι αδιάφορα κενοί, σε λυγίζουν όπου και να 'σαι στα σκοτεινά δρομάκια οι σκιές γλιστράνε επικίνδυνα
Στα ηλεκτρισμένα ξενυχτάδικα οι γυναίκες μισοκρύβονται πίσω απ' τη λήθη Στα κολασμένα παζάρια της λεωφόρου οι αστυνόμοι οι πλούσιοι επαρχιώτες μηχανόβιοι μάσκες ακάλυπτες μικρές στο γύρο του θανάτου που τρεμοπαίζουν τον άγγελο ή τον δαίμονα στις άκρες των δακτύλων τους, ξημέρωμα Σαββάτου
Για τις παλιές αγάπες μη μιλάς στα πιο μεγάλα θέλω κάνουν πίσω δεν άντεξαν μαζί και χάθηκαν μακριά κρύφτηκαν στις σπηλιές χαμένων παραδείσων
Ό,τι αξίζει πονάει, κι είναι δύσκολο για να μην υποφέρεις φύγε μακριά μου, κρύψου από μένα δεν ξέρω αν φεύγεις, τώρα, για το λίγο μου ή αν αυτό που νιώθω ήταν πολύ πολύ για σένα, πολύ για σένα
Για τις παλιές αγάπες μη μιλάς στα πιο μεγάλα θέλω κάνουν πίσω δεν άντεξαν μαζί και χάθηκαν μακριά κρύφτηκαν στις σπηλιές χαμένων παραδείσων
"Nα είχεν ο έρωτας σαΐτες!… να είχε βρόχια… να είχε φωτιές… Nα τρυπούσε με τις σαΐτες του τα παραθύρια… να ζέσταινε τις καρδιές… να έστηνε τα βρόχια του απάνω στα χιόνια… "
Οι μεγαλύτερες αποκαλύψεις βρίσκονται μέσα μας... μικρές αλήθειες που τις προσπερνάμε κακοποιώντας την ίδια μας την ζωή! ..καμιά φορά όταν δεν έχεις να πεις κάτι ή δεν πρέπει να μιλήσεις ενώ έχεις να πεις... ίσως είναι καλό να σιωπάς
Τα βράδια, όταν η πόλη ερημώνει κι οι σιωπές των ανθρώπων αντηχούν, μια λευκή δέσμη φωτός αχνοφέγγει στο μαξιλάρι μου. Την ακούω σιγανά να πλανιέται στο χώρο. Να βαδίζει αργά, ήρεμα, όπως πρέπει στο φως. Όταν ξημερώνει, γίνεται σκιά που ακολουθεί τη σκιά μου. Γίνεται εγώ. Τίποτε άλλο γι' αυτήν δεν υπάρχει να πω. Όσες λέξεις κι αν ξέρω, είναι λίγες. Μια ευχή μοναχά για το τέλος: Κάθε φορά που ο κόσμος ξεφτίζει, να υπάρχεις εκεί να μου φέγγεις ζωή. Μαρία Χρονιάρη
Μες τη διαφάνεια του πρωινού - Μα όταν νυχτώνει, κλείνοντας τα τέσσερα παράθυρά μου, ενώ στο σκούρο θαλασσί παίρνουν ν᾿ ανθίζουν τ᾿ άστρα...
Ν. Βρεττάκος
Θέλει βυθό η αγάπη,αγάπη μου.. να πιάνει τα επώδυνα η ψυχή σου και να τα χωράς παράτολμα με όλη την καρδιά σου... "θέλει σκοτάδι τ' όνειρο και τ' άστρο για να λάμψει."
Αφήγηση εισαγωγής: Kαριοφυλλιά Καραμπέτη στο Λυκόφως του Τάσου Λειβαδίτη..γιατι ναι..."ζούμε σ ένα ανεξιχνίαστο όνειρο απ όπου δεν θα βγούμε παρά για ν' αγκαλιάσουμε σαν μόνη εξήγηση τη σιωπή."