Ταξείδευαν τά ὄνειρα, πετώντας πρός τόν Ἥλιο
καί θύμιζαν γλαρόπουλα, στό πρῶτο πέταγμά τους
κι ἦταν ὁ κόσμος θάλασσες, γαλάζιο μπλέ εἰδύλλιο
κι Οὐράνια οἱ φτεροῦγες τους, γεμίζαν στ’ ἄνοιγμά τους.
Κι ἦταν ὁ Ἥλιος πέλαγα π’ ἀγκάλιαζε ναυάγια, στήν θαλπωρή τῆς ζέστης του καί στό λαμπρό τό φῶς του καί ρότες, μικρολίμανα καί ντόκους καί καρνάγια κι ὅλος ὁ κόσμος ἔμοιαζε, σά νἄτανε δικός του.
Καί γέμιζ’ ὁ ὁρίζοντας, μέ τ’ Ἄθωνα τό σχῆμα
κι ἡ Παναγιά Βασίλισσα, ἀγκάλιαζε τήν πλάση,
καθώς μαζί τό σκάφος μας, πού γλίστραγε στό κῦμα,
πού ἔτρεχε χαρούμενα, τόν Ὄρθρο νά προφτάσει.
Γιάννης Μαλτέζος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου