.
Στὸ δρόμο ποὺ μὲ πῆρε μοναχὴ
δὲν ξέρω πῶς, ἀλήθεια,
βρῆκα μία νέα μέσα μου ψυχὴ
κι᾿ ὄνειρα βρῆκα πλήθια.
Στὸ δρόμο ποὺ μὲ πῆρε μοναχὴ
δὲν ξέρω πῶς, ἀλήθεια,
βρῆκα μία νέα μέσα μου ψυχὴ
κι᾿ ὄνειρα βρῆκα πλήθια.
Μέσ᾿ στὸ μισὸ τὸ φῶς, ἦταν γλυκὸ
νέο φύτρο τὴν ἐλπίδα
νὰ τὴ θωρῶ σὰ μάγο μυστικὸ
καὶ σὰ ζωοδότρα ἀχτίδα.
νέο φύτρο τὴν ἐλπίδα
νὰ τὴ θωρῶ σὰ μάγο μυστικὸ
καὶ σὰ ζωοδότρα ἀχτίδα.
Ἦταν γλυκὸ πῶς ἄνθιζε ἡ καρδιὰ
μέσα στὸ νέο κορμί μου.
Ἀνοίγανε τὰ μάτια στὰ κλαδιά,
τραγούδαγεν ἡ ὁρμή μου.
μέσα στὸ νέο κορμί μου.
Ἀνοίγανε τὰ μάτια στὰ κλαδιά,
τραγούδαγεν ἡ ὁρμή μου.
Ὁ νοῦς μου ὁραματίζοταν. Τρελλὰ
φτερὰ τὰ δυό μου χέρια
καὶ νὰ ἡ Ἀγάπη μούγνεψε δειλά,
μοὔστειλε περιστέρια.
φτερὰ τὰ δυό μου χέρια
καὶ νὰ ἡ Ἀγάπη μούγνεψε δειλά,
μοὔστειλε περιστέρια.
Καὶ νὰ ἡ Ἀγάπη μ᾿ ἕνα ἀστραφτερὸ
δρεπάνι μὲ σιμώνει
κι ἀφοῦ μου θέρισε ὅ,τι δροσερὸ
μ᾿ ἄφησε πάλι μόνη.
δρεπάνι μὲ σιμώνει
κι ἀφοῦ μου θέρισε ὅ,τι δροσερὸ
μ᾿ ἄφησε πάλι μόνη.
Μαρία Πολυδούρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου